Μια νέα έρευνα έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενες που έχουν δείξει τις επιπτώσεις της κατανάλωσης αλατιού στον ανθρώπινο οργανισμό. Αυστραλοί ερευνητές υπολόγισαν ότι αν οι εταιρείες παραγωγής επεξεργασμένων τροφίμων περιορίσουν τις ποσότητες του αλατιού που προσθέτουν στα προϊόντα τους, τότε θα μειωθεί σημαντικά το ποσοστό καρδιαγγειακών παθήσεων στους καταναλωτές.
Οι επιστήμονες της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ, αφού μελέτησαν τρόφιμα ευρείας κατανάλωσης όπως το ψωμί, η μαργαρίνη και τα δημητριακά, υπολόγισαν ότι η εθελοντική περικοπή του αλατιού από πλευράς των βιομηχανιών τροφίμων μπορεί να επιφέρει μείωση σχεδόν 1% στα εμφράγματα, περίπου υπερδιπλάσια σε σχέση με τη μείωση κατά 0,5% που επιφέρουν οι απλές διατροφικές συμβουλές στον πληθυσμό. Αν όμως οι περικοπές λάβουν υποχρεωτικό χαρακτήρα, τότε εκτίμησαν ότι η μείωση των εμφραγμάτων θα ήταν περίπου 20πλάσια, δηλαδή κοντά στο 18%. Οι ερευνητές, οι οποίοι δημοσίευσαν τη σχετική εργασία στο βρετανικό περιοδικό καρδιολογίας «Ηeart», διαπίστωσαν ότι αν όλοι μείωναν την ημερήσια πρόσληψη αλατιού ώστε να φθάσουν στη συνιστώμενη ποσότητα που είναι 6 γραμμάρια ημερησίως, τότε ο πληθυσμός της Γης θα κέρδιζε 610 χιλιάδες (!) χρόνια
ζωής.
«Οι βιομηχανίες τροφίμων μπορεί να έχουν υποχρέωση να βγάλουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα, αλλά επίσης έχουν και ένα χρέος απέναντι στην ίδια την κοινωνία και τους καταναλωτές» τονίζει η επικεφαλής της έρευνας Λίντα Κόμπιακ. Και προσθέτει: « Το αλάτι είναι ένα φτηνό συστατικό που προσθέτει απλώς γεύση και δεν είναι καθόλου απαραίτητο στις τόσο μεγάλες ποσότητες που χρησιμοποιείται σήμερα».
Με βάση τα ευρήματά τους, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να προχωρήσουν στη λήψη αποφάσεων που θα υποχρεώνουν τις εταιρείες τροφίμων να μειώσουν τις ποσότητες αλατιού που χρησιμοποιούν στα προϊόντα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου