www.kryfokamari.blogspot.com

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Ο νόμος για το δημοψήφισμα


Ο Ν.4023/2011 ("Διεύρυνση της άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας με την διενέργεια δημοψηφίσματος", ΦΕΚ Α'220/24.10.2011) θέτει τους όρους της διαδικασίας για την διεξαγωγή δημοψηφισμάτων.

Πρόκειται για νόμο, ο οποίος εξειδικεύει και προσδιορίζει την διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 44 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος.

Το Σύνταγμα προβλέπει δύο περιπτώσεις δημοψηφισμάτων, τα οποία σε κάθε περίπτωση προκηρύσσονται με διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας:

α) Δημοψήφισμα για "κρίσιμο εθνικό θέμα". Για αυτή την περίπτωση απαιτείται πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και απόφαση από 151 βουλευτές.

β) Δημοψήφισμα για "ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμιζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά". Για αυτή την περίπτωση απαιτείται πρόταση 120 βουλευτών και απόφαση 180 βουλευτών. Σε αυτή την περίπτωση δημοψηφίσματος, εάν το νομοσχέδιο υπερψηφιστεί, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 42 παρ. 1 του Συντάγματος (έκδοση και δημοσίευση του νομοσχεδίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, εντός μηνός, με δυνατότητα αναπομπής του στη Βουλή) .

Στο αρχικό νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών υπήρχαν ορισμοί για τις έννοιες "κρίσιμο εθνικό θέμα" και "σοβαρό κοινωνικό ζήτημα". Αυτοί οι ορισμοί απαλείφθηκαν από το νόμο που ψηφίστηκε τελικά στη Βουλή (δηλ. τον Ν.4023/2011)

Πάντως, για την έννοια του "δημοσιονομικού νομοσχεδίου" υπάρχουν κρίσιμες παρατηρήεις στην Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, μετα την απάλειψη των "ορισμών":

"Παρατηρείται, κατ’ αρχάς, ότι δηµοσιονοµικό δεν είναι κάθε νοµοσχέδιο που συνεπάγεται δηµοσιονοµική επιβάρυνση, δεδοµένου ότι όλα σχεδόν τα νοµοσχέδια έχουν τέτοιες επιπτώσεις. Ως δηµοσιονοµικά νοούνται, εν προκειµένω, τα stricto sensu δηµοσιονοµικά νοµοσχέδια των άρθρων 78-80 του Συντάγµατος, που συνθέτουν το έκτο κεφάλαιο του Γ΄ Τµήµατος του Συντάγµατος, καθώς και όσα έχουν αποκλειστικώς ή προεχόντως δηµοσιονοµικό χαρακτήρα (βλ. Αντ. Παντελή, όπ. π., σελ. 423, Ευ. Βενιζέλο, όπ. π., σελ. 364, Αθ. Ράϊκο, όπ. π., σελ. 309). Περαιτέρω, επισηµαίνεται η εγγενής αοριστία των εννοιών «κρίσιµο εθνικό θέµα» και «ψηφισµένο νοµοσχέδιο που ρυθµίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτηµα», η οποία καθιστά ευρεία τη διακριτική ευχέρεια της Βουλής. Σε κάθε περίπτωση, οι έννοιες δύνανται να τέµνονται, καθώς το κρίσιµο εθνικό θέµα µπορεί να αποτελεί και «σοβαρό κοινωνικό ζήτηµα» ή να ρυθµίζεται µε ψηφισµένο νοµοσχέδιο ή να πρόκειται να ρυθµισθεί νοµοθετικώς (βλ., όµως, και περιοριστική ανάγνωση των εννοιών σε Ευ. Βενιζέλο, όπ. π., σελ. 360). "

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.4023/2011, το ερώτημα ή τα ερωτήματα, στα οποία καλείται να αποφασίσει ο ψηφοφόρος, αποτελεί αντικείμενο απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής με την οποία γίνεται δεκτή η πρόταση για το δημοψήφισμα.

Σύμφωνα με το άρθρο 10 του Ν.4023/2011, με κριτήριο τη θέση τους στο ερώτημα ή στα ερωτήματα που τίθενται στην κρίση των ψηφοφόρων, τα πολιτικά κόμματα, οι ενώσεις προσώπων, οι επαγγελματικές ή οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και κάθε άλλη οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών συμμετέχουν στην αντίστοιχη "Επιτροπή Υποστήριξης", ενημερώνοντας με δήλωσή τους τον Υπουργό Εσωτερικών εντός τριών ημερών από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος. Σε αυτές τις Επιτροπές Υποστήριξης κατανέμεται ο χρόνος προβολής σε ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης και σε υπαίθριους χώρους, κατά τους ορισμούς του άρθρου 9. Οι Επιτροπές Υποστήριξης διορίζουν τους εκλογικούς αντιπροσώπους τους στα εκλογικά τμήματα της χώρας, από έναν σε κάθε τμήμα για κάθε Επιτροπή.

Σχετικά με τις "Επιτροπές Υποστήριξης", υπάρχουν ορισμένες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις στην Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής:

"Επισηµαίνεται, κατ’ αρχάς, ότι, από τη διατύπωση της διάταξης συνάγεται ότι µία µόνον «Επιτροπή Υποστήριξης» ανά απάντηση δύναται να συσταθεί, ενώ δεν διευκρινίζεται εάν µπορεί να συσταθεί «Επιτροπή Υποστήριξης» υπέρ του λευκού. Περαιτέρω, δεδοµένης της αρχής της υποχρεωτικότητας της ψήφου (άρθρο 52 παρ. 5 του Συντάγµατος), σηµειώνεται ότι δεν δύναται να συσταθεί «Επιτροπή Υποστήριξης» υπέρ της µη συµµετοχής στην ψηφοφορία. Τέλος, ερωτάται εάν η συµµετοχή στις «Επιτροπές Υποστήριξης» αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση προκειµένου τα πολιτικά κόµµατα, οι ενώσεις προσώπων, οι επιστηµονικές, οι επαγγελµατικές ή οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και κάθε άλλη οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών να συµµετάσχουν στο δηµόσιο διάλογο επί του ερωτήµατος (ή των ερωτηµάτων) που τίθενται σε ψηφοφορία, συµφώνως προς το άρθρο 5 του Νσχ. Το ζήτηµα χρειάζεται, ενδεχοµένως, να διευκρινισθεί και εκ του ότι, συµφώνως προς το άρθρο 10 παρ. 3 του Νσχ, «Ο χρόνος που διατίθεται µε τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 9 για την προβολή µηνυµάτων και την παρουσίαση της δραστηριότητας, καθώς επίσης οι χώροι υπαίθριας προβολής της παραγράφου 5 του άρθρου 9 κατανέµονται µεταξύ όσων συµµετέχουν στην αντίστοιχη «Επιτροπή Υποστήριξης» µε απόφασή τους»."

Το άρθρο 16 του Ν.4023/2011 λύνει -σε νομοθετικό επίπεδο- το μεγάλο ερωτηματικό συνταγματικου δικαίου περί του εάν η πρώτη μορφή δημοψηφίσματος οδηγεί σε "δεσμευτικό" ή "συμβουλευτικό" αποτέλεσμα. Σύμφων με το νόμο, και οι δύο μορφές δημοψηφίσματος οδηγούν σε δεσμευτικό αποτέλεσμα, εάν,για την πρώτη μορφή συμμετάσχει το 40% του εκλογικού σώματος και, εάν, για την δεύτερη μορφή συμμετάσχει το 50% του εκλογικού σώματος. Ενώ στην αρχική μορφή του άρθρου, όταν τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, είχε αποσιωπηθεί η δεσμευτικότητα του δημοψηφίσματος πρώτης μορφής, γεγονός που είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. H Oικονομική και Κοινωνική Επιτροή, στη γνώμη της επί του νομοσχεδίου, θεωρεί αντιφατικό να απαιτείται 40% για το σοβαρότερο που είναι το κρίσιμο εθνικό θέμα και 50% για ψηφισμένο ν0μοσχέδιο, ζητώντας να εξισωθούν τα ποσοστά στο 50%.

Ως προς το θέμα, όμως, της δεσμευτικότητας του αποτελέσματος επί ερωτήματος για κρίσιμο εθνικό θέμα υπάρχει μια ένσταση από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής:

"υπό την εκδοχή ότι το δηµοψήφισµα του άρθρου 44 παρ. 2 εδ. α΄ είναι συµβουλευτικό και δεν παράγει κανόνες δικαίου, η χρήση του όρου «δεσµευτικό» είναι, ενδεχοµένως, νοµικώς άστοχη. Περαιτέρω, εγείρεται προβληµατισµός ως προς το εάν σε καθαρώς συµβουλευτική µορφή δηµοψηφίσµατος, που δεν παράγει έννοµα αποτελέσµατα, δύναται να προβλέπεται ποσοστό συµµετοχής."

Αλλά αυτή είναι απλώς μια "εκδοχή" της ερμηνείας του Συντάγματος, όπως επισημαίνει και η ίδια η Έκθεση.

Κατά το άρθρο 20, ο έλεγχος του κύρους του δημοψηφίσματος και του αποτελέσματος ανήκει στην αρμοδιότητα του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 100 του Συντάγματος. Κατά την Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας:

"Αυτονόητο είναι ότι, το κατά πόσο υφίσταται «κρίσιµο εθνικό θέµα» ή ένα ψηφισµένο νοµοσχέδιο ρυθµίζει κοινωνικό ζήτηµα όντως «σοβαρό», ώστε να δικαιολογείται η προσφυγή σε δηµοψήφισµα, δεν ελέγχεται από το Α.Ε.Δ. κατ’ εφαρµογή του άρθρου 100 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγµατος και των άρθρων 35 επ. του ν. 345/1976."

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το κόστος του δημοψηφίσματος εκτιμάται από την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στο ποσό των 110.000.000 ευρώ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: