Αντίθετα µε ό,τι πιστευόταν ώς τώρα, φαίνεται ότι ο καµπούρης της Παναγίας των Παρισίων ήταν υπαρκτό πρόσωπο και όχι απλώς δηµιουργία της φαντασίας του Βίικτωρος Ουγκώ.
Περί το 1820, ο βρετανός γλύπτης Χένρι Σίµπσον προσελήφθη στην αναστήλωση του καθεδρικού ναού του Παρισιού, της περίφηµης Νοτρ Νταµ ντε Παρί. Αλλά ο Σίµπσον, όπως άλλωστε και ο Ουγκώ, ήταν γραφοµανής. Στους επτά τόµους των αποµνηµονευµάτων του, στους οποίους ενέκυψε ένας λονδρέζος αρχειοθέτης της Τέιτ Γκάλερι, ο Αντριαν Γκλιου, ανακαλύφθηκε µια αναφορά σε κάποιον καµπούρη γλύπτη µε άγνωστο επίθετο, ο οποίος δούλευε στο εργοτάξιο του ενός από τα δύο νησάκια του Σηκουάνα στο κέντρο του Παρισιού, του Ιλ ντε λα Σιτέ και στον οποίο «δεν άρεσε να ανακατεύεται µε τους λιθοξόους». Τον συναντάει
κανείς λίγες σελίδες παρακάτω, µε το προσωνύµιο «ο κύριος Καµπούρης».
«Οταν είδα τις αναφορές αυτές και συνειδητοποίησα ότι αντιστοιχούν στην εποχή που ο Ουγκώ ενδιαφερόταν για τον καθεδρικό ναό, ένιωσα ένα ρίγος να µε διαπερνά και αποφάσισα να επιµείνω στην έρευνά µου», είπε στην «Daily Τelegraph» ο Αντριαν Γκλιου. Και είχε δίκιο για το ρίγος που τον διαπέρασε, συµπληρώνει ο «Νouvel Οbservateur». Τα αποµνηµονεύµατα του Σίµπσον µνηµονεύουν έναν λαξευτή της πέτρας, συνάδελφο του καµπούρη, που τον έλεγαν «κύριο Τραζάν». Τα ίχνη αυτού του προσώπου τα βρίσκουµε και σε ένα αλµανάκ του 1833, όπου γράφεται συγκεκριµένα ότι ζει στο Σεν-Ζερµέν-ντε-Πρε, όχι µακριά από το σπίτι του Βίκτωρος Ουγκώ. Αλλά οι ειδικοί δεν αγνοούν ότι ο Ζαν Βαλζάν, που αποδόθηκε στα ελληνικά ως Γιάννης Αγιάννης, στις πρώτες εκδοχές των «Αθλίων» λεγόταν Ζαν Τρεζάν. Ο Ουγκώ, που άρχισε τη συγγραφή της «Παναγίας των Παρισίων» το 1828, είχε εκτός των άλλων φάει πολλές ώρες στα ατελιέ της αναστήλωσης για να βρει τα στοιχεία που χρειαζόταν, οπότε είναι πολύ πιθανό να συνάντησε τους συναδέλφους του Χένρι Σίµπσον.
Ο Σιν Χαντ, καθηγητής Γαλλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήµιο του Γουόργουικ, στον οποίο δόθηκαν τα στοιχεία αυτά, τα χαρακτηρίζει ως «συναρπαστική αποκάλυψη». «Φαίνονται αληθοφανή όλα αυτά», λέει, «και αν ο Ουγκώ πράγµατι εµπνεύστηκε από αυτόν τον παραµορφωµένο λαξευτή της πέτρας στη Νοτρ Νταµ, ανανεώνεται η εκτίµηση που τρέφουµε στις εκπληκτικές του ικανότητες να µεταµορφώνει λεπτοµέρειες της πραγµατικότητας σε γλαφυρή µυθιστορηµατική αφήγηση». Το µόνο που µένει να απαντηθεί, λέει ο δηµοσιογράφος Νταβίντ Καβιλιολί, είναι: σε τι είδους ατελιέ συνάντησε τη βρώµικη Τσιγγάνα που αποτέλεσε το πρότυπο ώστε να συλλάβει µυθιστορηµατικά την Εσµεράλδα;
Στα αποµνηµονεύµατα του Ουγκώ ανακαλύφθηκε µια αναφορά σε κάποιον καµπούρη γλύπτη που δούλευε σε ένα από τα δύο νησάκια του Σηκουάνα
Τον σηµάδεψαν οι αντιφάσεις
Η «Παναγία των Παρισίων», ιστορικό µυθιστόρηµα, ήταν το πρώτο από τα σπουδαία έργα του Βίκτωρος Ουγκώ που τον κατέταξαν στους µεγάλους του µυθιστορήµατος του 19ου αιώνα. Ο Ουγκώ, που έδειξε από µικρός τις ικανότητές του, έγινε µετρ στον συνδυασµό ιδιωτικών στιγµών µε µεγάλες στιγµές της Ιστορίας, κατόρθωσε δηλαδή να µιλήσει για µεγάλα γεγονότα µέσα από τον έρωτα αλλά και την εξιστόρηση των ανθρώπινων παθών. Οι αντιφάσεις στην καταγωγή του και στο πώς έζησε τα παιδικά του χρόνια τον σηµάδεψαν: από τη µια µεριά πατέρας άθεος και µητέρα ευσεβής καθολική, από την άλλη µια ζωή στα πούπουλα µέχρι τα 10 του και στην ανέχεια για την υπόλοιπη νεότητά του. Ο πατέρας του, στρατηγός του Ναπολέοντος, ίσως και να έπαιξε ρόλο στο γεγονός ότι ο Βίκτωρ αργότερα θέλησε να αναµειχθεί και στην πολιτική κάτι που τον υποχρέωσε να αυτοεξοριστεί στα 50 του για 20 συναπτά έτη.
Στην Ιστορία όµως έµεινε όχι για την πολιτική του δράση αλλά ως ένας από τους πρωτοπόρους της λογοτεχνίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου