Από την ανακάλυψη του ιού της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας του ανθρώπου (HIV), η έρευνα κατευθύνθηκε στη θεραπεία της νόσου. Αρχικά χρησιμοποιήθηκαν φάρμακα, κυρίως αντι-ιικά, που δεν είχαν κλινικά χρησιμοποιηθεί. Κύριος εκπρόσωπος αυτής της κατηγορίας ήταν η ζιδοβουδίνη (ΑΖΤ-Retrovir), σκεύασμα που συνεχίζει να χρησιμοποιείται.
Το ΑΖΤ πρόσφερε αρχικά μια ελπίδα ζωής στους ασθενείς, αλλά συγχρόνως και πολλές αντιδράσεις, δεδομένου ότι εμφανίζονταν πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες λόγω της αυξημένης αρχικής δόσης και της προχωρημένης νόσου. Ετσι αυτό το πρώτο ευεργετικό φάρμακο έγινε μισητό από πολλούς ασθενείς. Στην πορεία προστίθενται νέα φάρμακα, κυρίως από την κατηγορία των νουκλεοσιδικών αναλόγων, αναστολέων της αντίστροφης μεταγραφάσης και η μονοθεραπεία έγινε διπλοθεραπεία, με τη χρησιμοποίηση δύο φαρμάκων από την ίδια κατηγορία.
Το γνωστό «κοκτέιλ»
Το θεραπευτικό τοπίο μεταβλήθηκε το 1996, όταν χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο συνδυασμός φαρμάκων από διαφορετικές κατηγορίες (νουκλεοσιδικών αναλόγων και αναστολέων των πρωτεασών), το γνωστό «κοκτέιλ» φαρμάκων. Κύριος εμπνευστής αυτής της έντονης αντιρετροiκής
θεραπείας ήταν ο David Ηο, που είχε στόχο την έντονη ανοσολογική αποκατάσταση με αύξηση των CD4 λεμφοκυττάρων, υπεύθυνων για την άμυνα του οργανισμού και την «εξαφάνιση» των ιικών σωματιδίων, του ιικού φορτίου, υπεύθυνων για τη διαιώνιση της νόσου. Αυτός ο νέος στόχος της αντιρετροϊκής θεραπείας σε μεγάλο ποσοστό επιτεύχθηκε: αύξησε το προσδόκιμο επιβίωσης, αποκατέστησε το ανοσολογικό σύστημα, αλλά δεν μπόρεσε να εξαφανίσει τη νόσο, που ήταν και ο βασικός στόχος, δεδομένου ότι ο ιός «κρύβεται» σε πολλά όργανα, όπου τα φάρμακα διεισδύουν δύσκολα.
Οι νέες αυτές θεραπείες μετέτρεψαν τη HIV λοίμωξη σε χρόνια νόσο. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος ήταν αναγκαία η λήψη πολλών φαρμάκων, με αποτέλεσμα τη μη συμμόρφωση των ασθενών και την ανάπτυξη αντοχής, ενώ συγχρόνως εμφανίστηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως λιποδυστροφία, μεταβολικό σύνδρομο (σακχαρώδης διαβήτης, καρδιαγγειακά), ηπατική βλάβη κ.ά.
Με τα νεότερα αυτά δεδομένα, η φαρμακευτική έρευνα προσανατολίστηκε στην ανεύρεση νέων αντιρετροϊκών φαρμάκων, που θα έχουν τις ιδιότητες της έντονης ιικής καταστολής, με αποτέλεσμα την ανοσολογική αποκατάσταση, τη δυσκολία ανάπτυξης αντοχής, του εύκολου δοσολογικού σχήματος με ταυτόχρονη μείωση των χαπιών και την ελαχιστοποίηση των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Η σύγχρονη αντιρετροϊκή αγωγή καταγράφεται σε οδηγίες μεγάλων ιατρικών εταιρειών και είναι αποτέλεσμα εκτεταμένων μελετών. Προτείνεται η έναρξη αντιρετροϊκής αγωγής σε όλα τα άτομα που έχουν αριθμό CD4 λεμφοκυττάρων κατώτερο των 350, ανεξαρτήτως συμπτωμάτων. Στα άτομα με CD4 λεμφοκύτταρα μεταξύ 350-500 συνιστάται αντιρετροϊκή θεραπεία υπό προϋποθέσεις, όπως συλλοίμωξη από ηπατίτιδα, νεφροπάθεια ή άλλη ανεπάρκεια οργάνου με ιικό φορτίο >105 c/ml ή ταχεία πτώση των CD4 λεμφοκυττάρων, ηλικία μεγαλύτερη των 50, ύπαρξη εγκυμοσύνης, υψηλός κίνδυνος για καρδιαγγειακά νοσήματα, κακοήθεια. Αναμφίβολα θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η επιθυμία του ασθενούς. Τελευταία, υπάρχει τάση έναρξης θεραπείας με CD4 υψηλότερα των 500, και μελέτες οι οποίες είναι σε εξέλιξη αναμένεται να την επιβεβαιώσουν.
Δεν θα πρέπει πάντως να παραγνωρίζεται ότι η αντιρετροϊκή θεραπεία εκτός των ευεργετικών αποτελεσμάτων στην αντιμετώπιση της HIV λοίμωξης, προσφέρει σημαντική βοήθεια στη δημόσια υγεία, δεδομένου ότι μειώνεται η μολυσματικότητα των πασχόντων.
Στη φαρέτρα της αντιρετροϊκής θεραπείας, στην έναρξή της, οι διεθνείς οδηγίες συνιστούν τη σύγχρονη χορήγηση νουκλεοσιδικών αναλόγων της αντίστροφης μεταγραφάσης με μη νουκλεοσιδικά ανάλογα. Στην ανωτέρω θεραπεία προτείνεται ο σταθερός συνδυασμός TDF/FTC (Truvada) ή ABC/3TC (Kivexa) με EFV (Stocrin) ή NVP (Viramune). Στην επιλογή του ανωτέρω θεραπευτικού σχήματος έχει σημαντικά βοηθήσει ο σταθερός συνδυασμός TDF/FTC/EFV (Atripla). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να λαμβάνεται στους υποψηφίους ασθενείς στο Stocrin και να αποκλείονται ψυχιατρικοί ασθενείς, ενώ θα πρέπει να τονίζεται η εμφάνιση διαταραχών στον ύπνο, ζάλης και ιλίγγου. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγεται το Abacavir σε ασθενείς με ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου ενώ του Tenofovir σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια.
Ο έτερος συνδυασμός πρώτης γραμμής είναι ο σταθερός συνδυασμός Truvada ή Kivexa με ενισχυμένους με ριτοναβίρη αναστολείς των πρωτεασών, όπως ATV/r (Reyataz/Norvir) DRV/r (Prezistar/Norvir) LPV/r (Kaletra), SQV/r (Saquinavir/Norvir). Τα ανωτέρω σχήματα, που περιλαμβάνουν αναστολείς των πρωτεασών, θεωρείται ότι έχουν έντονη αντιρετροϊκή δράση, μικρότερο ποσοστό ανάπτυξης μεταλλάξεων αντοχής, μικρότερο ποσοστό ανάπτυξης λιποδυστροφίας. Στα ανωτέρω θεραπευτικά σχήματα θα πρέπει να τονιστούν η πολύ καλή δραστικότητα του Reyataz με ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες, ευκολία λήψης, μείωση των μεταβολικών παραμέτρων (χοληστερίνης, τριγλυκερίδια), η έντονη αντιρετροϊκή δράση του Prezista και η ωφέλιμη δράση του Kaletra στο ΚΝΣ.
Στα ανωτέρω θεραπευτικά σχήματα θα πρέπει να προστεθούν οι αναστολείς της σύντηξης, της ιντεγκράσης και του υποδοχέα CCR5 που εμπλουτίζουν τη θεραπεία, ιδιαίτερα των ασθενών με προβλήματα αντοχών ή ανεπιθύμητων ενεργειών. Δεδομένης πλέον της αποτελεσματικής αντιρετροϊκής αγωγής, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε την πρόληψη, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της αντιμετώπισης της HIV λοίμωξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου