Ολοένα και περισσότερο αυξάνεται η χρήση νανοσωματιδίων σε επεξεργασμένα τρόφιμα και φάρμακα, τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν προκαλέσουν ανεπιθύμητες επιπτώσεις στον οργανισμό, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι επιστήμονες έδειξαν ότι τα μικροσκοπικά σωματίδια πολυστερίνης μπορούν να επηρεάσουν αισθητά την απορρόφηση από το έντερο του σιδήρου, ενός ουσιώδους θρεπτικού συστατικού, οδηγώντας είτε σε ελλιπή απορρόφησή του, είτε αντίθετα σε υπερβολική απορρόφηση του συγκεκριμένου στοιχείου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Γκρέτσεν Μάλερ του πανεπιστημίου Μπίνγκαμπτον και τον Μάικλ Σούλερ του πανεπιστημίου Κορνέλ της Ν.Υόρκης, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό νανοτεχνολογίας «Nature Nanotechnology», έκαναν εργαστηριακά πειράματα με κοτόπουλα. Διαπίστωσαν ότι όταν τα πειραματόζωα δέχονταν από το στόμα μεγάλες δόσεις νανοσωματιδίων πολυστερίνης διαμέτρου 50 νανομέτρων (50 δισεκατομμυριοστών του μέτρου), απορροφούσαν έως 50% λιγότερο σίδηρο με τη διατροφή τους, μια επίπτωση που διαρκούσε για ώρες μετά την αρχική είσοδο των νανοσωματιδίων στον οργανισμό.
Τα κοτόπουλα που είχαν εκτεθεί για πολύ καιρό σε μεγάλες ποσότητες νανοσωματιδίων, εμφάνιζαν αλλοιώσεις στις εντερικές λάχνες τους, τις μικροσκοπικές προεκβολές του εντέρου που παίζουν σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση θρεπτικών ουσιών κατά την πέψη. Η χρόνια λήψη νανοσωματιδίων οδηγούσε στο αντίστροφο αποτέλεσμα, δηλαδή σε επέκταση της επιφάνειας των λαχνών και έτσι σε αύξηση έως 200% της απορρόφησης του σιδήρου.
Ενδείξεις βρήκαν οι ερευνητές ότι και η απορρόφηση και άλλων στοιχείων, όπως του ασβεστίου, του ψευδαργύρου και των βιταμινών A, D, E και K, μπορεί να επηρεάζεται αρνητικά από την εισροή των νανοσωματιδίων στο έντερο.
Βέβαια οι επιστήμονες τόνισαν ότι χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να μελετηθεί καλύτερα το ζήτημα. Στα κοτόπουλα δόθηκε περίπου η ίδια δόση, αναλογικά με το βάρος που θα έπαιρνε στον οργανισμό του ένας ενήλικος άνθρωπος.
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, «το επιθηλιακό στρώμα του εντέρου αντιπροσωπεύει την αρχική πύλη εισόδου, από την οποία διέρχονται τα νανοσωματίδια για να φθάσουν στο υπόλοιπο σώμα. Αν και τα νανοσωματίδια πολυστερίνης που χρησιμοποιήθηκαν στα πειράματα, γενικά δεν θεωρούνται τοξικά, παρόλα αυτά η αλληλεπίδρασή τους με τη φυσιολογική διαδικασία (της πέψης) δείχνει την ύπαρξη ενός ανεπαίσθητου, αλλά χρόνιου και επιβλαβούς μηχανισμού».
Αξίζει να αναφερθεί ότι τα τεχνητά νανοσωματίδια χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο με την μορφή οξειδίου του τιτανίου ή πυριτικού αργιλίου σε χάπια και τροφές. Στις ανεπτυγμένες χώρες, οι καταναλωτές εκτιμάται ότι μπορεί να εισάγουν στο σώμα τους καθημερινά δισεκατομμύρια τέτοια σωματίδια, ίσως μέχρι και 100 τρισεκατομμύρια.
Οι επιστήμονες έδειξαν ότι τα μικροσκοπικά σωματίδια πολυστερίνης μπορούν να επηρεάσουν αισθητά την απορρόφηση από το έντερο του σιδήρου, ενός ουσιώδους θρεπτικού συστατικού, οδηγώντας είτε σε ελλιπή απορρόφησή του, είτε αντίθετα σε υπερβολική απορρόφηση του συγκεκριμένου στοιχείου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Γκρέτσεν Μάλερ του πανεπιστημίου Μπίνγκαμπτον και τον Μάικλ Σούλερ του πανεπιστημίου Κορνέλ της Ν.Υόρκης, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό νανοτεχνολογίας «Nature Nanotechnology», έκαναν εργαστηριακά πειράματα με κοτόπουλα. Διαπίστωσαν ότι όταν τα πειραματόζωα δέχονταν από το στόμα μεγάλες δόσεις νανοσωματιδίων πολυστερίνης διαμέτρου 50 νανομέτρων (50 δισεκατομμυριοστών του μέτρου), απορροφούσαν έως 50% λιγότερο σίδηρο με τη διατροφή τους, μια επίπτωση που διαρκούσε για ώρες μετά την αρχική είσοδο των νανοσωματιδίων στον οργανισμό.
Τα κοτόπουλα που είχαν εκτεθεί για πολύ καιρό σε μεγάλες ποσότητες νανοσωματιδίων, εμφάνιζαν αλλοιώσεις στις εντερικές λάχνες τους, τις μικροσκοπικές προεκβολές του εντέρου που παίζουν σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση θρεπτικών ουσιών κατά την πέψη. Η χρόνια λήψη νανοσωματιδίων οδηγούσε στο αντίστροφο αποτέλεσμα, δηλαδή σε επέκταση της επιφάνειας των λαχνών και έτσι σε αύξηση έως 200% της απορρόφησης του σιδήρου.
Ενδείξεις βρήκαν οι ερευνητές ότι και η απορρόφηση και άλλων στοιχείων, όπως του ασβεστίου, του ψευδαργύρου και των βιταμινών A, D, E και K, μπορεί να επηρεάζεται αρνητικά από την εισροή των νανοσωματιδίων στο έντερο.
Βέβαια οι επιστήμονες τόνισαν ότι χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να μελετηθεί καλύτερα το ζήτημα. Στα κοτόπουλα δόθηκε περίπου η ίδια δόση, αναλογικά με το βάρος που θα έπαιρνε στον οργανισμό του ένας ενήλικος άνθρωπος.
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, «το επιθηλιακό στρώμα του εντέρου αντιπροσωπεύει την αρχική πύλη εισόδου, από την οποία διέρχονται τα νανοσωματίδια για να φθάσουν στο υπόλοιπο σώμα. Αν και τα νανοσωματίδια πολυστερίνης που χρησιμοποιήθηκαν στα πειράματα, γενικά δεν θεωρούνται τοξικά, παρόλα αυτά η αλληλεπίδρασή τους με τη φυσιολογική διαδικασία (της πέψης) δείχνει την ύπαρξη ενός ανεπαίσθητου, αλλά χρόνιου και επιβλαβούς μηχανισμού».
Αξίζει να αναφερθεί ότι τα τεχνητά νανοσωματίδια χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο με την μορφή οξειδίου του τιτανίου ή πυριτικού αργιλίου σε χάπια και τροφές. Στις ανεπτυγμένες χώρες, οι καταναλωτές εκτιμάται ότι μπορεί να εισάγουν στο σώμα τους καθημερινά δισεκατομμύρια τέτοια σωματίδια, ίσως μέχρι και 100 τρισεκατομμύρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου